Ὁ Φλαμινίνος, ἀφοῦ νίκησε τὸν Φιλίππο, συγκάλεσε Πανελλήνιο συνέδριο στὴν Κόρινθο καὶ κήρυξε ἐλεύθερες τὶς ἑλληνικὲς πόλεις∙ οἱ Ἕλληνες χαίρονταν, ἀλλὰ ἕνας Αἰτωλὸς εἶπε, ὅτι, «τοῦ ποδὸς λύσας τὴν Ἑλλάδα τοῦ τραχήλου δέδεκεν». Στὸ στάδιο, «ὡς δ’ αὖθις ἡσυχίας γενομένης ἀναγαγὼν ὁ κῆρυξ τὴν φωνὴν προθυμότερον εἰς ἅπαντας ἐγεγώνει καὶ διῆλθε τὸ κήρυγμα»∙ ὅταν ἀμέσως ἔγινε ἡσυχία καὶ ὁ κήρυκας δυνατώτερα μίλησε καὶ ἀκούσθηκε ἀπὸ ὅλους. «Κραυγὴ μὲν ἄπιστος τὸ μέγεθος διὰ χαρὰν ἐχώρει μέχρι θαλάττης»∙ Ἀπίστευτα δυνατὴ κραυγὴ ἀπὸ χαρὰ ἀκούσθηκε μέχρι τὴν θάλασσα. «Ὀρθὸν δὲ ἀνειστήκει τὸ θέατρον, οὐδεὶς δὲ λόγος ἦν τῶν ἀγωνιζομένων»∙ ἦταν ὄρθιο τὸ θέατρο καὶ καμμία σημασία δὲν ἔδιδαν στοὺς ἀγωνιζόμενους ἀθλητές. «Ἔσπευδον δὲ πάντες ἀναπηδῆσαι καὶ δεξιώσασθαι καὶ προσειπεῖν τὸν σωτῆρα τῆς Ἑλλάδος καὶ πρόμαχον»∙ ἔτρεχαν δὲ ὅλοι βιαστικὰ νὰ συναντήσουν καὶ χαιρετήσουν τὸν σωτῆρα καὶ πρόμαχο τῆς Ἑλλάδος.