Πρὸς θεῶν ἐκτελεσθῆναι

Ἡ πρόταση τοῦ ἀρχιτέκτονος Στασικράτους γιὰ τὴν ἀνέγερση ἀνδριάντος τοῦ Ἀλεξάνδρου στὸ ὄρος Ἄθω εἶχε συζητηθεῖ πάρα πολύ∙ ὁ νεαρὸς βασιλεὺς τὴν εἶχε ἀπορρίψει, διότι τοῦ φαινόταν πολὺ φαραωνικὸ τὸ ἔργο, μὲ τὴν κατασκευὴ καὶ μιᾶς πόλεως μυρίων κατοίκων. «Ἀλλὰ φέρε πρὸς θεῶν ἐκτελεσθῆναι καὶ φανῆναι τοιοῦτον ἔργον»∙ ἀλλὰ μόνο οἱ θεοὶ μποροῦν νὰ προβλέψουν τὴν κατασκευὴ καὶ παρουσίαση τέτοιου ἔργου. «Ἔσθ’ ὅστις ἂν ἰδὼν ὑπέλαβε κατὰ τύχην γεγονέναι καὶ αὐτομάτως τὸ σχῆμα καὶ τὴν διάθεσιν καὶ τὸ εἶδος;» ὑπάρχει κανεὶς ὁ ὀποῖος κατὰ τύχην συνέλαβε αὐτὴν τὴν ἰδέα καὶ αὐτομάτως εἶδε τὴν μορφὴ καὶ τὴν διάθεσή του καὶ τὸν χαρακτῆρα του; «Οὐδεὶς ἂν οἶμαι. τί δέ; τὸν κεραυνοφόρον;» κανένας νομίζω. Τί τότε; τὸν κεραυνοφόρο Δία; «Τί δέ; τὸν ἐπὶ τῆς αἰχμῆς προσαγορευόμενον;» τί τότε; τὸν καλούμενον πάνω στὴν αἰχμὴ τοῦ ξίφους του; Φαντάζονταν πολλοὶ τὸ ἔργο.