Τοῖς ἄλλοις φιλάνθρωπος

Ὁ Ἀλέξανδρος εἶχε φερθεῖ μὲ καλωσύνη καὶ εὐγένεια στοὺς συλληφθέντες Πέρσες∙ εἶχε νυμφευθεῖ τυπικὰ τὴν κόρη τοῦ Δαρείου Στάτειρα, ὡς πράξη ἐπιγαμίας τῶν ἑλληνικῶν καὶ περσικῶν οἰκογενείων καὶ τὴν εἶχε κρατήσει, παρ’ ὅτι δὲν τὴν εἶχε ἐρωτευθεῖ οὔτε τὴν ἔκανε ἐπίσημη σύζυγό του, ὅπως ἔκανε ἀργότερα τὴν Ρωξάνη. «Ἄκουσαν μὲν γὰρ οὐδεμίαν εἶδεν, ἃς δ’ εἶδε μᾶλλον ἢ ἃς οὐκ εἶδε παρῆλθε»∙ διότι χωρὶς τὴν θέλησή της μὲν δὲν συνάντησε καμμία, ὅσες δὲ συνάντησε μᾶλλον ἢ ὅσες δὲν συνάντησε τὶς προσπέρασε. «Καὶ πᾶσιν ὢν τοῖς ἄλλοις φιλάνθρωπος, μόνος ὑπερηφάνως τοῖς καλοῖς ἐχρῆτο»∙ καὶ πρὸς ὅλους τοὺς ἄλλους ἦταν φιλάνθρωπος, μόνο αὐτὸς φερόταν μὲ ὑπερηφάνεια στοὺς καλούς. «Περὶ δὲ τῆς Δαρείου γυναικός, εὐπρεπεστάτης γενομένης, οὐδὲ φωνὴν ἐπαινοῦσαν τὸ κάλλος ἤκουσεν»∙ ἀπὸ τὴν γυναῖκα δὲ τοῦ Δαρείου, ποὺ ἦταν εὐπρεπέστατη, δὲν ἄκουσε λέξη ποὺ νὰ ἐπαινεῖ τὸ κάλλος της.