Καὶ στολὴν ἐκδυσάμενος

Ἡ ἀνάδυση τοῦ Δαρείου Κοδομανοῦ στὸν περσικὸ θρόνο ἔγινε μὲ τυχαῖο τρόπο, ἐπειδὴ εἶχε συνωμοτήσει κάποιος εὐνοῦχος στρατηγὸς καὶ ὄχι μὲ τὴν ἀξία του∙ ἦταν ὁ τελευταῖος βασιλεὺς καὶ τὸν συνέτριψε δύο φορὲς ὁ Ἀλέξανδρος∙ «ἐπὶ θύρας αὐτῷ τὸ διάδημα τῆς Ἀσίας ἦλθεν»∙ καὶ στὸν Ξέρξη ἀπ’ τὴν μητέρα του Ἄττοσα, ἦλθε στὴν πόρτα του ἡ βασιλεία τῆς Ἀσίας. «Ὥσπερ διὰ Βαγώαν, καὶ στολὴν ἐκδυσάμενος ἀστάνδου περιέθετο τὴν βασιλικὴν καὶ ὀρθοπαγῆ κίτταριν;» χάρις στὸν εὐνοῦχο Βαγώα ὁ Δαρεῖος Κομοδανὸς ἔβγαλε τὴν ταχυδρομική του στολὴ καὶ φόρεσε τὸν ὄρθιον βασιλικὸν πίλον; «Ἐξαίφνης καὶ ἀπροσδοκήτως κλήρῳ λαχὼν τῆς οἰκουμένης ἐβασίλευσεν»∙ αἰφνιδίως καὶ ἀπροσδοκήτως βασίλευσε τῆς οἰκουμένης. «Ὡς Ἀθήνησι κλήρῳ θεσμοθετοῦσι καὶ ἄρχουσι;» ὅπως στὴν Ἀθήνα ἀποδέχονται τοὺς θεσμοὺς καὶ τοὺς ἄρχοντες μὲ κλῆρο; Ἡ διαφορὰ μὲ τὸν Ἀλέξανδρο εἶναι τεράστια, διότι αὐτὸς μὲ τὴν ἀξία του κατέκτησε τὴν οἰκουμένη.