Βασιλικὸν καὶ θεῖον ἄθλον

Ὁ Ἡρακλῆς ἐκτέλεσε τοὺς ἄθλους του, ἐπειδὴ ἡ Ἥρα ἤθελε νὰ ἐκδικηθεῖ τὸν σύζυγό της γιατὶ τὴν ἀπάτησε μὲ τὴν ὡραία Ἀλκμήνη∙ ἔτσι ὑποχρεώθηκε νὰ ὑπακούει στὸν ὑβριστὴ Εὐρυσθέα καὶ νὰ γυρίσει ὅλο τὸν κόσμο, κατὰ τὰς ἐντολάς του. «Ἀλλ’ ἐκείνῳ μὲν εἷς ἀνὴρ ὑβριστὴς ἐπέταττε λέοντας αἱρεῖν καὶ κάπρους διώκειν καὶ σοβεῖν ὄρνιθας»∙ ἀλλὰ τὸν Ἡρακλῆ μὲν ἕνας ἄνδρας ὑβριστὴς διέταζε νὰ σκοτώνει λέοντας, νὰ κυνηγάει κάπρους καὶ νὰ ἐξοντώνει ὄρνιθες. «Ἵνα μὴ σχολάζῃ τοῖς μείζοσι περιιών»∙ γιὰ νὰ μὴν ἀσχολεῖται μὲ τὰ ἐσωτερικὰ σοβαρὰ ζητήματα. «Ἀνταίους καὶ Βουσίριδας παύειν μιαιφονοῦντας»∙ τοὺς Ἀνταίους, βασιλεῖς τῆς Λιβύης, καὶ τοὺς Βουσίριδες, τῆς Αἰγύπτου, νὰ πάψουν τοὺς ἐγκληματικοὺς φόνους. «Ἀλεξάνδρῳ δ’ ἐπέταττε μὲν ἡ Ἀρετὴ τὸν βασιλικὸν καὶ θεῖον ἄθλον»∙ στὸν Ἀλέξανδρο διέταζε ἡ Ἀρετὴ γιὰ τὸν βασιλικὸ καὶ θεῖο ἄθλο του. Τὰ κίνητρα τοῦ στρατηλάτου ἦταν ἐκπολιτιστικά.