Συντεταραγμένους ἅπαντας

Ὁ Πελοπίδας ἑτοιμαζόταν γιὰ τὴν ἐκστρατεία κατὰ τοῡ Ἀλεξάνδρου τῶν Φερῶν, ἀλλὰ ἔγινε ἔκλειψη ἡλίου κι ὅλοι κατατρόμαξαν• οἱ Θηβαῖοι τὸ εἶχαν θεωρήσει κακὸ οἰωνὸ ὅταν μέρα μεσημέρι ἔπεσε σκοτάδι. «Ὁ δὲ Πελοπίδας ὁρῶν πρὸς τὸ φάσμα συντεταραγμένους ἅπαντας»• ὁ δὲ Πελοπίδας ὅταν εἶδε ὅλους καταταραγμένους ἀπ’ τὸ φαινόμενο. «Οὐκ ᾤετο δεῖν βιάζεσθαι καταφόβους καὶ δυσέλπιδας ὄντας»• πίστεψε ὅτι δὲν ὄφειλε ὑποχρεῶσαι αὐτοὺς ὄντας καταφοβισμένους καὶ ἀπελπισμένους. «Οὐδὲ ἀποκινδυνεύειν ἑπτακισχιλίους πολίτας»• οὔτε διακινδυνεύειν ἑπτὰ χιλιάδες ἄνδρες. «Ἀλλ’ ἑαυτὸν μόνον τοῖς Θεσσαλοῖς ἐπιδοὺς καὶ τριακοσίους τῶν ἱππέων ἐθελοντὰς ἀναλαβὼν καὶ ξένους ἐξώρμησεν»• ἀλλὰ προσέφερε τὸν ἑαυτό του στοὺς Θεσσαλοὺς καὶ ἀναλαβὼν τριακόσιους μόνο ἐθελοντὰς ἱππεῖς καὶ τοὺς μισθοφόρους ἐξώρμησε. «Οὔτε τῶν μάντεων ἐώντων οὔτε τῶν ἄλλων συμπροθουμένων πολιτῶν»• οὔτε οἱ μάντεις τὸ ἐπέτρεπαν οὔτε οἱ ἄλλοι πολῖτες ἦταν πρόθυμοι. Εἶχαν προκαταλήψεις, ἐπειδὴ δὲν γνώριζαν τὴν ἑρμηνεία τῶν φυσικῶν φαινομένων.