Ἀναβάδην ἐν ταῖς παλλακαῖς

Μετὰ τὴνμεγάλη βασίλισσα Σεμίραμιν τῶν Ἀσσυρίων ὁ Πλούταρχος ἀναφέρεται στὸν γιό της Σαρδανάπαλο, γνωστὸ γιὰ τὴν ἀκολασία του καὶ τὴν τρυφηλὴ ζωή του∙ τὴν ἄσωτη ζωὴ στὰ ἀσιατικὰ βασίλεια καταγράφει. «Σαρδανάπαλος δ’ ἀνὴρ πεφυκὼς ἔξαινεν οἴκοι πορφύραν, ἀναβάδην ἐν ταῖς παλλακαῖς καθήμενος»∙ ὅταν δ’ ἀνέλαβε ὁ Σαρδανάπαλος ἐπιδείκνυε στὰ παλάτια τὴν πορφύρα του, καὶ καθόταν συνέχεια στὰ ὑπερῶα μὲ τὶς παλλακίδες του. «Ἀποθανόντος δ’ αὐτοῦ, λιθίνην εἰκόνα κατασκευάσαντες ἐπορχουμένην ἑαυτῇ βαρβαριστί»∙ ὅταν δὲ πέθανε τοῦ ἔφτιαξαν λίθινο ἄγαλμα κατὰ τὸν βαρβαρικὸ τρόπο. «Καὶ τοῖς δακτύλοις ὑπὲρ κεφαλῆς οἷον ὑποψοφοῦσαν»∙ καὶ τὰ δάκτυλά του στὴν κεφαλὴ σὰν νὰ ἔβγαζαν κάποιον ἦχο. «Ἐπέγραψαν, ‘’ἔσθιε, πῖνε, ἀφροδισίαζε∙ τἄλλα δ’ οὐδέν’’»∙ ἔγραψαν, ‘’φάε, πιέ, ἀφροδισιάζου∙ γιὰ τὰ ὑπόλοιπα μὴν ἐνδιαφέρεσαι’’. Ἔχει μείνει στὴν ἱστορία ὁ Σαρδανάπαλος γιὰ τὴν ἔκλυτη ζωή του, ἐνῶ ἀναφέρεται ἕως τώρα στὴν προφορικὴ παράδοση πολλῶν λαῶν.