Οὕτω βασιλικῶς ἐκόσμησε

Ὁ Ἀλέξανδρος εἶχε τιμήσει βασιλικῶς τὴν σύζυγο τοῦ Δαρείου καὶ τὶς εἶχε ἀποδώσει τὶς πρέπουσες τιμές∙ εἶχε πάρει δὲ γιὰ σύζυγό του, ὄχι ἐπίσημη, τὴν κόρη του Στάτειρα. «Ἀποθανοῦσαν δ’ οὕτω βασιλικῶς ἐκόσμησε καὶ συμπαθῶς ἐδάκρυσε»∙ ὅταν πέθανε μάλιστα τόσο βασιλικῶς τῆς ἀπέδωσε τιμὰς καὶ εἰλικρινῶς ἐδάκρυσε. «Ὥστ’ ἀπιστον αὐτοῦ τὸ σῶφρον ἐν τῷ φιλανθρώπῳ γενέσθαι καὶ λαβεῖν ἀδικίας ἔγκλημα τὴν χρηστότητα»∙ ὥστε θὰ ἦταν ἄπιστο σὲ αὐτὸν τὸ νὰ μὴν συμπέσει ἡ σωφροσύνη μὲ τὴν φιλανθρωπία καὶ θεωρεῖσαι τὴν χρηστότητα ὡς ἔγκλημα ἀδικίας. «Δαρεῖος γὰρ οὕτως ἐκινήθη πρὸς τὴν ἐξουσία αὐτοῦ καὶ τὴν ἡλικία»∙ ἔτσι συμπεριφέρθηκε δὲ καὶ ὁ Δαρεῖος πρὸς τὴν ἐξουσία του καὶ τὴν ἡλικία. «(Εἷς γὰρ ἦν καὶ αὐτὸς ἔτι τῶν νομιζόντων διὰ Τύχην κρατεῖν τὸν Ἀλέξανδρον)»∙ διότι ἦταν καὶ αὐτὸς ἕνας ἀπὸ ὅσους πίστευαν ὅτι χάρις τὴν Τύχη του ἐπικράτησε ὁ Ἀλέξανδρος.