Οἱ πιέσεις πλέον πρὸς τὴν βρεταννικὴ κυβέρνηση, γιὰ τὴν ἔναρξη τῶν διαπραγματεύσεων γιὰ τὴν ἔξοδο ἀπ’ τὴν Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωση, αὐξάνονται αἰσθητά∙ πρωτοστατοῦν σὲ αὐτὸ οἱ ἀνατολικοευρωπαϊκὲς χῶρες, καθὼς μετατρέπονται στοὺς θερμοὺς ὑποστηρικτὲς τῆς πολιτικῆς καὶ οἰκονομικῆς συνοχῆς τῆς Εὐρωζώνης∙ δὲν εἶναι μόνο οἱ βαλτικὲς χῶρες καὶ ἡ Σλοβακία, ἀλλὰ καὶ ἡ Πολωνία, Τσεχία καὶ Οὐγγαρία ἔχουν κόψει τοὺς στενοὺς δεσμοὺς μὲ τὸ Λονδίνο καὶ τὰ ὑπερατλαντικὰ κέντρα καὶ στρέφονται πρὸς τὴν Εὐρωζώνη. Ἄλλωστε, ὁ περιορισμὸς σὲ ἕξι μόνο μῆνες τῆς παρατάσεως τῶν κυρώσεων κατὰ τῆς Ρωσίας, ὀφείλεται καὶ σὲ δικές τους πιέσεις, διότι βλέπουν τὴν οἰκονομική τους ζημία∙ ὁ παλιὸς ἀντιγερμανικὸς κυρίως ἄξονας, Βρεταννίας, σκανδιναυικῶν καὶ πρώην κομμουνιστικῶν χωρῶν ἔχει ἀπαξιωθεῖ καὶ δὲν ὑπάρχει ὡς παρουσία, ὅπως φάνηκε στὴν Μπρατισλάβα. Ἡ καθημερινότης ἀλλάζει στὴν Εὐρώπη καὶ ὁδηγεῖ στὸ περιθώριο τὴν πανίσχυρη ἄλλοτε ἀτλαντικὴ συμμαχία τῶν Ἄγγλων.