Φίλους νομίζεσθαι βασιλέως

Ὁ Ἀρταξέρξης τίμησε δεόντως τὸν Πελοπίδα, τοὺς Ἀθηναίους καὶ Σπαρτιάτες πρεσβευτές• τοὺς ἐξαγόραζε μὲ δῶρα, ἐξωθώντας τους σὲ ἀλληλοσπαραγμό, κι αὐτὸς κυβερνούσε. «Πελοπίδᾳ δὲ οὕτω μὲν οὐκ ἐντρύφησε»• μὲ τὸν Πελοπίδα δὲν εἶχε πολλὰ προσωπικὲς τρυφερότητες. «Δῶρα δὲ λαμπρότατα καὶ μέγιστα τῶν νομιζομένων ἐξέπεμψε καὶ τὰς ἀξιώσεις ἐπεκύρωσεν»• τοῦ ἔστειλε ὅμως λαμπρότατα δῶρα καὶ τοῦ ἀναγνώρισε τὶς ἀξιώσεις του. «Αὐτονόμους μὲν εἶναι τοὺς Ἕλληνας, οἰκεῖσθαι δὲ Μεσσήνην»• οἱ Ἕλληνες παραμείνειν αὐτόνομοι, νὰ ἐπανοικισθεῖ ἡ Μεσσήνη. «Θηβαίους δὲ πατρικοὺς φίλους νομίζεσθαι βασιλέως»• οἱ Θηβαῖοι νὰ θεωροῦνται πατρικοὶ φίλοι τοῦ βασιλέως. «Ταύτας ἔχων τὰς ἀποκρίσεις τῶν δὲ δώρων οὐδέν, ὅ,τι μὴ χάριτος ἦν σύμβολον καὶ φιλοφροσύνης, δεξάμενος ἀνέζευξεν»• μὲ αὐτὲς τὶς ἀποκρίσεις ἀλλὰ κανένα δῶρο, ποὺ δὲν εἶναι ἐκδήλωση χἀριτος καὶ φιλοφροσύνης, δὲν ἐδέχθη καὶ ἐπέστρεψε. «Ὅ καὶ μάλιστα τοὺς ἄλλους πρέσβεις διέβαλε»• αὐτὸ ἐνόχλησε περισσότερο τοὺς ἄλλους πρέσβεις.